Σε τι ηλικία φεύγουν οι νέοι από το παιδικό τους δωμάτιο στην Ελλάδα

Δημοσιεύθηκε στις | Τελευταία Ενημέρωση

Πολύ μετά την ενηλικίωση αποχωρίζονται τα ελληνόπουλα το παιδικό τους δωμάτιο. Μισθός, ενοίκιο και κόστος διαβίωσης κάνουν πολύ δύσκολο για έναν νέο να πάρει την απόφαση να φύγει από το πατρικό του σπίτι.

Οι νέοι στην Ελλάδα εγκαταλείπουν το πατρικό τους σπίτι μετά τα 30 τους χρόνια, σε ηλικία που υπερβαίνει τον μέσο όρο των 26 ετών στην Ευρωπαϊκή Ένωση, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat που δημοσιεύθηκαν πρόσφατα.


Σύμφωνα με τα στοιχεία, το 2023, οι νέοι στην ΕΕ εγκατέλειψαν το γονικό τους σπίτι κατά μέσο όρο στα 26,3 έτη, ελαφρώς χαμηλότερα από τα 26,4 έτη του 2022. Ωστόσο, στην Ελλάδα, η μέση ηλικία αποχώρησης από το πατρικό είναι 30,6 έτη, κατατάσσοντας τη χώρα στις υψηλότερες θέσεις σε όλη την ΕΕ.

Ειδικότερα, οι μεγαλύτερες ηλικίες αποχώρησης από το γονικό σπίτι παρατηρούνται στην Κροατία (31,8 έτη), στη Σλοβακία (31 έτη), και ακολουθεί η Ελλάδα (30,6 έτη), η Ισπανία (30,4 έτη), η Βουλγαρία και η Ιταλία (30 έτη). Αντίθετα, οι χαμηλότερες μέσες ηλικίες καταγράφηκαν στη Φινλανδία (21,4 έτη), στη Σουηδία και στη Δανία (21,8 έτη) και στην Εσθονία (22,8 έτη), κάτι που υποδηλώνει σημαντικές διαφορές στα κοινωνικά και οικονομικά πρότυπα μεταξύ των ευρωπαϊκών κρατών.

Η οικονομική δυσχέρεια, η έλλειψη πρόσβασης σε προσιτή στέγαση, αλλά και τα παραδοσιακά οικογενειακά πρότυπα είναι μερικοί από τους παράγοντες που συμβάλλουν στο γεγονός ότι οι νέοι στην Ελλάδα παραμένουν για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα στο σπίτι των γονιών τους. Η ανεργία και η μερική απασχόληση αποτελούν επίσης κεντρικούς παράγοντες που δυσχεραίνουν την οικονομική ανεξαρτησία των νέων.

Το 2023, το ποσοστό των νέων ηλικίας 15-29 ετών που ζούσαν σε υπερπλήρη νοικοκυριά στην ΕΕ έφτασε το 26%, ποσοστό που είναι σημαντικά υψηλότερο από το 16,8% του συνολικού πληθυσμού. Στην Ελλάδα, το ποσοστό αυτό ανήλθε στο 46%, δείχνοντας ότι οι νέοι είναι περισσότερο εκτεθειμένοι σε συνθήκες υπερπληθυσμού σε σύγκριση με τον υπόλοιπο πληθυσμό, που καταγράφηκε στο 27,5%.

Οι μεγαλύτερες διαφορές μεταξύ νέων και συνολικού πληθυσμού που ζουν σε υπερπλήρη νοικοκυριά καταγράφηκαν στη Βουλγαρία (+20,4 ποσοστιαίες μονάδες), στη Ρουμανία (+19,4 π.μ.) και στην Ελλάδα (+18,5 π.μ.). Τα στοιχεία αυτά δείχνουν τις πιεστικές συνθήκες διαβίωσης που αντιμετωπίζουν πολλοί νέοι στην Ελλάδα, υποδεικνύοντας την ανάγκη για πολιτικές που θα βελτιώσουν την πρόσβαση σε προσιτή στέγαση και θα ενισχύσουν την οικονομική τους ανεξαρτησία.

Ως «υπερπλήρες» ορίζεται το νοικοκυριό που δεν έχει τον ελάχιστο απαιτούμενο αριθμό δωματίων ανάλογα με τα μέλη του. Για παράδειγμα, κάθε άτομο ηλικίας 18 ετών και άνω θα πρέπει να έχει το δικό του δωμάτιο, και οι οικογένειες με πολλά παιδιά χρειάζονται μεγαλύτερο αριθμό δωματίων για να μην θεωρούνται υπερπλήρεις. Η κατάσταση αυτή επηρεάζει ιδιαίτερα τους νέους που δυσκολεύονται να απομακρυνθούν από το πατρικό σπίτι, συνδυάζοντας τις δυσκολίες στην ανεξαρτητοποίηση με την έλλειψη προσωπικού χώρου.