Ωτορινολαρυγγολογικά προβλήµατα κατά τη διάρκεια της εγκυµοσύνης

Δημοσιεύθηκε στις

Με την αύξηση οιστρογόνων και προγεστερόνης κατά την κύηση παρατηρείται αυξηµένη κατακράτηση υγρών και άλατος, η αύξηση δε της κορτιζόλης οδηγεί σε ανοσοκαταστολή και αυξηµένη ευαισθησία στις λοιµώξεις (βακτηριακές, µυκητιάσεις), µεταξύ αυτών και του ανώτερου αναπνευστικού.

Οι συχνότερες ενοχλήσεις που παρατηρούνται σχετίζονται µε τη µύτη. Οι ορµονικές αλλαγές ιδιαίτερα στο ρινικό βλεννογόνο συνεπάγονται υπεραιµία και συµφόρηση τριχοειδών, οίδηµα βλεννογόνου, υπερπλασία των αδένων και υπερέκκριση.


Μπορούν να παρατηρηθούν όλες οι µορφές αλλεργικής ρινίτιδας. Η απευαισθητοποίηση δεν πρέπει να ξεκινήσει κατά τη διάρκεια της εγκυµοσύνης. Σε περίπτωση έντονης ρινικής συµφόρησης δίδεται βραχεία θεραπεία µε τοπικά δρώντα ρινικά κορτικοστεροειδή. Μελέτες έχουν αποδείξει τη σχέση ρινίτιδας και άσθµατος και στις εγκύους. Οι γυναίκες µε ιστορικό
άσθµατος θα εµφανίσουν κρίσεις καθώς επιδεινώνεται η ρινίτιδα κυρίως στην αρχή και το
τέλος της εγκυµοσύνης.

Το οίδηµα που προκαλείται λόγω των αυξηµένων οιστρογόνων στο ρινικό βλεννογόνο οδηγεί σε παρακωλυόµενη ρινική αναπνοή ιδιαίτερα στο τελευταίο τρίµηνο της εγκυµοσύνης. Η χρήση ρινικών αποσυµφορητικών που δρουν αγγειοσυσπαστικά θα πρέπει να χρησιµοποιείται
µόνο σε ιδιάζουσες περιπτώσεις.

Σε αυτή την περίπτωση συστήνεται ειναι η χρήση εναλλακτικών θεραπειών όπως η σµίκρυνση ρινικών κογχών µε laser ή µε χρήση ραδιοσυχνοτήτων, επέµβαση που µπορεί να
διεξαχθεί µε τοπική αναισθησία.

Η εµφάνιση κοκκιωµάτων και καλοήθων όγκων π.χ. πυογενές κοκκίωµα, τηλεαγγειεκτατικό κοκκίωµα ειναι δυνατή. Στην περίπτωση των τηλαγγειεκτατικών κοκκιωµάτων (αιµορραγικό
κοκκίωµα της κύησης) βασικό σύµπτωµα είναι τα επαναλαµβανόµενα επεισόδια επίσταξης βαριάς µορφής. Κοκκιώµατα µπορούν να εµφανισθούν στη στοµατική κοιλότητα, στον
οροφάρυγγα και στο λάρυγγα. Εγχειρητική παρέµβαση σε συνθήκες τοπικής η ολικής
αναισθησίας επιβάλλεται.

Παρεκκλίσεις στην αίσθηση της όσφρησης καθώς και της γεύσης µπορούν να παρατηρηθούν εφόσον το οιστρογονικό οίδηµα επηρεάζει την περιοχή του ρινικού βλεννογόνου και του βλεννογόνου των παραρρινίων, µεταξύ αυτών και του ηθµοειδούς και της στοµατικής
κοιλότητας.

Πολλές έγκυες γυναίκες που ασκούν επάγγελµα το οποίο απαιτεί την αυξηµένη χρήση της
φωνής συχνά προσέρχονται µε συµπτώµατα δυσφωνίας. Οι ορµονικές αλλαγές συντελούν
στη µείωση του εύρους της φωνής. Σε αυτές τις περιπτώσεις γίνεται λόγος για αναστρέψιµες
καταστάσεις µετά το πέρας της κύησης.

Η αύξηση του ενδοκοιλιακού όγκου µε ακόλουθη ανύψωση του διαφράγµατος οδηγεί σε
αλλαγή της οισοφαγογαστρικής γωνίας και την εµφάνιση αύξησης των περιστατικών
γαστροοισοφαγικής παλινδρόµησης ιδιαίτερα κατά το 3ο τρίµηνο της κύησης. Τα επεισόδια
γαστροοισοφαγικής παλινδρόµησης µπορούν να ενισχύσουν την εµφάνιση γαστρικής
λαρυγγίτιδας µε εµφάνιση δυσφωνίας και ξηρό βήχα. Συνιστώνται ύπνος µε ανυψωµένο το
άνω µέρος του σώµατος και γαστροπροστασία (π.χ. αναστολείς αντλίας πρωτονίων).

Οι ορµονικές αλλαγές ιδιαίτερα στο τελευταίο τρίµηνο, η αλλαγή στο ισοζύγιο νερού
-ηλεκτρολυτών αλλά και η διαφοροποίηση του ιξώδους του αίµατος (πήξη, ινωδόλυση) µπορούν να έχουν επίδραση στα κρανιακά νεύρα. Πιθανοί µηχανισµοί θεωρούνται η αύξηση όγκου του εξωκυττάριου υγρού που µπορεί να οδηγήσει σε περινευρικό οίδηµα, αλλά και ο αγγειόσπασµος µε τη δηµιουργία µικροεµβόλων µε αποτελεσµα τη θρόµβωση των περινευρικών αγγείων.

Δεν ειναι σπάνιες οι περιπτώσεις εµβοών, οξείας πτώσης ακοής και επεισοδίων ιλίγγου στο τελευταίο τρίµηνο. Σε συνεργασία µε το θεράποντα γυναικολόγο µπορεί να διεξαχθεί ρεολογική θεραπεία µεσω ενδοφλέβιας χορήγησης και χορήγηση κορτιζόνης (σχήµα Stennert), η οποία µάλιστα µετά την 32η εβδοµάδα συµβάλλει στην ωρίµανση των πνευµόνων του εµβρύου.

Σε αυτή την κατηγορία υπάγονται περιστατικά εµφάνισης περιφερικής πάρεσης του προσωπικού νεύρου. Η επίπτωση της πάθησης αυξάνεται στο 3πλάσιο κατά τη διάρκεια της κύησης και σε περίπου 20% των περιστατικών συνυπάρχει υπέρταση της κύησης ή προεκλαµψία. Εδώ πρέπει να σηµειωθεί οτι σε περίπτωση παραµονής της πάρεσης µετά από συντηρητική θεραπεία µπορεί να διεξαχθεί εγχειρητική αποσυµπίεση του προσωπικού νεύρου µετά το πέρας της εγκυµοσύνης.

Σοφία Παρλαβάντζα

Σοφία Δ. Παρλαβάντζα MD, MSc