Tα 6 πιο συχνά λάθη των γονιών!

Δημοσιεύθηκε στις | Τελευταία Ενημέρωση

Tα 6 πιο συχνά λάθη των γονιών!Μπορεί να ξεκινούν με τις καλύτερες προθέσεις, όμως υπάρχουν  φορές που “φυλακίζουν” την παιδική φαντασία, “εγκλωβίζουν” τη  δημιουργική έκφραση των παιδιών, δυναμιτίζουν την αυτονομία τους και  αμελούν τις ζεστές αγκαλιές και τα εγκάρδια χαμόγελα, κρυμμένοι πίσω από το πρόσχημα ότι “είναι μικρά... δεν καταλαβαίνουν...”. “Όλοι οι γονείς κάνουν λάθη” λένε οι ειδικοί, όμως το σπουδαιότερο  είναι να τα αναγνωρίζουν, να αναζητούν πληροφόρηση και να αναλαμβάνουν  δράση για να κερδίσουν το χαμένο έδαφος και να δημιουργήσουν  ευτυχισμένους ενήλικες.

Στην ερώτηση “υπάρχουν συνταγές επιτυχίας;” οι ψυχολόγοι απαντούν  αρνητικά καθώς, όπως επισημαίνουν, μια συμβουλή που μπορεί να  “λειτουργήσει” σε κάποια παιδιά, ενδέχεται να είναι παντελώς άχρηστη για κάποια άλλα. Την ίδια στιγμή, όμως, τονίζουν ότι η επιστημονική γνώση  που υπάρχει σήμερα για την ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη είναι ιδιαίτερα  χρήσιμη ώστε οι γονείς να αναγνωρίζουν τα λάθη τους και να μαθαίνουν  τρόπους αλλαγής τους.


Η ψυχολόγος Φωστηρία Αμανατίδου, ειδικός στη γνωστική– συμπεριφορική  θεραπεία παιδιών και ενηλίκων, με αφορμή έναν κύκλο ενημερωτικών ομιλιών που πραγματοποιεί αυτό τον καιρό σε παιδικές βιβλιοθήκες, μιλά στο  Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων για τα συχνότερα λάθη των γονιών και δίνει χρήσιμες συμβουλές  ώστε να μειωθούν οι επιδράσεις τους και να αντισταθμιστούν με θετικές  επιρροές.

Μην αμελείτε τη σημασία της αγκαλιάς

Ένα από τα πιο συχνά λάθη των γονέων γίνεται όταν τα παιδιά τους  βρίσκονται στις ηλικίες μέχρι τα δύο χρόνια, τότε που η φροντίδα, η  στοργή και η εκδήλωση της αγάπης με χαμόγελο και αγκαλιές έχουν τεράστια σημασία ώστε το παιδί να νιώσει ασφάλεια.

“Αυτό είναι το πρώτο στάδιο για την ψυχοσωματική ανάπτυξη, όπως έχει  διατυπωθεί από τους Έρικσον και Πιαζέ, και είναι θεμελιώδες ώστε στη  συνέχεια, με δεδομένη την ασφάλεια, το παιδί να διεκδικήσει την  αυτονομία και την ισόρροπη ανάπτυξή του” τονίζει η κ. Αμανατίδου.

Υπογραμμίζει, μάλιστα, ότι μπορεί πολλές φορές οι γονείς να πιστεύουν ότι τα βρέφη και τα νήπια δεν μπορούν να καταλάβουν, όμως οι δεσμοί  ασφάλειας ισχυροποιούνται όταν οι ίδιοι ανταποκρίνονται ανά πάσα ώρα και στιγμή στις ανάγκες του παιδιού μέσω του παιχνιδιού, της αγκαλιάς, του  χαμόγελου, της μοιρασιάς του συναισθήματος.

Αφήστε τα παιδιά να τα καταφέρουν με τον δικό τους τρόπο

Το δεύτερο συχνό λάθος των γονιών είναι ότι προσπαθούν να περιορίσουν τα παιδιά τους, όταν εκείνα βρίσκονται στο στάδιο κατά το οποίο  αρχίζουν να περπατούν και να εξερευνούν το περιβάλλον γύρω τους (ηλικίες από 2 έως 3,5 ετών). Η αιτία είναι ότι δεν θέλουν τα μικρά τους να  χτυπήσουν, να λερωθούν, να κάνουν ζημιές στο σπίτι, όμως το αποτέλεσμα  είναι να αποτρέπουν τελικά τις κινήσεις τους και να τους στερούν ένα  πολύτιμο εφόδιο για τη συνέχεια: εκείνο της πρωτοβουλίας των κινήσεων.

“Αφήστε τα παιδιά να κάνουν κάτι με το δικό τους τρόπο, να  διερευνήσουν το περιβάλλον, να σταθούν στα πόδια τους και ας κάνουν  λάθος” συνιστά η κ. Αμανατίδου και καλεί τους γονείς να μην αποτρέπουν  τις κινήσεις των παιδιών και να τα αφήνουν να προσπαθούν ώστε να  κερδίσουν την πολυπόθητη αυτονομία.

Μην “φυλακίζετε” τη φαντασία

Με την είσοδο του παιδιού στον παιδικό σταθμό και το δημοτικό σχολείο  (από τις ηλικίες των 3,5 έως των 7 ετών), τα παιδιά αναπτύσσουν έντονα  τη φαντασία τους, καλούνται να αναλάβουν πρωτοβουλίες και να προωθήσουν  συνεργασίες. Πολλές φορές, όμως, επικρίνονται από τους γονείς τους, οι  οποίοι, έχοντας στο νου τα συγκεκριμένα πρότυπα του σχολείου, τείνουν να στρέφουν τα παιδιά τους στη λογική σκέψη και να τα επικρίνουν όταν  εκφράζουν τη φαντασία τους.

Οι ζωγραφιές, οι κατασκευές, οι δημιουργικές δραστηριότητες αλλά και η ελεύθερη έκφραση της σκέψης των παιδιών είναι δυνατότητες που, εφόσον  δοθούν στο οικογενειακό περιβάλλον, βοηθούν ιδιαίτερα τα παιδιά, όχι  μόνο στο σχολείο αλλά σε ολόκληρη τη ζωή τους.

Αποφύγετε τις συγκρίσεις

Οι συγκρίσεις, από την άλλη πλευρά, είναι ένα ιδιαίτερα σύνηθες  λάθος, στην “παγίδα” του οποίου πέφτουν πολλοί γονείς με ιδιαίτερη  ευκολία.

“Η διαρκής κριτική και η διαδικασία της σύγκρισης με άλλα παιδιά που  λέμε ότι τα καταφέρνουν καλύτερα ή έχουν καλύτερες επιδόσεις ή δεν  κάνουν πολλές ζημιές, είναι ιδιαίτερα επιβλαβής για τα παιδιά καθώς τα  αποθαρρύνει, τους δημιουργεί ενοχές, μειώνει την αυτοεκτίμησή τους, τους οδηγεί στην απόσυρση και όχι στην προσπάθεια. Στη συνέχεια, η νέα γενιά καταντά άβουλη και απαθής και σε κάθε δυνατή ευκαιρία αναζητά  επιβεβαίωση ώστε να δεχτεί ότι κάνει και κάτι σωστό” σχολιάζει η  ψυχολόγος.

Στον αντίποδα, προτείνει στα μέλη του οικογενειακού περιβάλλοντος να  βλέπουν μέσα από τα μάτια των παιδιών τους και να ακούνε μέσα από τα  δικά τους αυτιά ώστε να καταλάβουν πόσο κακό μπορεί να κάνουν οι  συγκρίσεις και πόσο περιορισμένη είναι η δυνατότητα που παρέχουν για  βελτίωση.

Επιβλαβείς και οι αντίστροφες συγκρίσεις

Συμβαίνει, όμως, εκτός από την αρνητική σύγκριση (εκείνη δηλαδή που  παραπέμπει σε καλύτερες συμπεριφορές των υπολοίπων παιδιών), να  εκδηλώνονται και συγκρίσεις που φέρνουν ένα παιδί στη θέση του  “τέλειου”, του “καλύτερου”, εκείνου που τα “καταφέρνει όλα”.

Η συγκεκριμένη περίπτωση δεν αφορά την ενθάρρυνση των παιδιών από  τους γονείς τους αλλά την πίεση που οι μεγαλύτεροι ασκούν στους  μικρότερους ώστε να υπάρχουν πάντα επιτυχίες και, μάλιστα, με τον τρόπο  που επιθυμούν οι γονείς.

“Το εν λόγω λάθος έχει να κάνει με θέματα του γονιού και όχι του  παιδιού καθώς οι κηδεμόνες έχουν την τάση να μεταφέρουν τα δικά τους  ελλείμματα ή τις δικές τους προσδοκίες στα παιδιά τους. Σε αυτή την  περίπτωση θα πρέπει ο γονιός να “λύσει” τα δικά του ανοιχτά ζητήματα και αυτό μπορεί να αποβεί ιδιαίτερα δύσκολο γιατί προβάλλεται από την  πλευρά του η εικόνα του καλού γονιού, ενώ την ίδια στιγμή υπάρχει μεγάλη ακαμψία στο να δεχτεί ότι κάτι δεν κάνει σωστά” σημειώνει.

Εξάλλου, οι επιπτώσεις στο παιδί είναι ιδιαίτερα σοβαρές καθώς  επιβαρύνεται με μεγάλες ενοχές και άγχος για την επίτευξη ολοένα και  καινούριων στόχων. Ένα τέτοιο άτομο θα παρουσιάζει μεγάλο άγχος σε όλη  τη διάρκεια της ζωής του με μεγάλη πιθανότητα αποτύπωσης των σχετικών  συναισθημάτων και στο σώμα του καθώς πολλές φορές το άγχος εκδηλώνεται  με πονοκεφάλους, κρίσεις πανικού και απροθυμία συμμετοχής σε μαθησιακές ή άλλες δραστηριότητες.

Όχι στους χαρακτηρισμούς

Πάνω στα νεύρα ή την ένταση της καθημερινότητας μπορεί να ακουστούν  σε μια οικογένεια χαρακτηρισμοί. “Μα καλά είσαι ανόητος; Δεν σκέφτεσαι  καθόλου; Μη γίνεσαι κουτός” είναι κάποιες από τις πιθανές εκφράσεις, οι  οποίες, όμως, θα πρέπει να αποφεύγονται και αν ακόμη ειπωθούν, να  “συνοδευτούν” από εκφράσεις συγγνώμης και από την αναγνώριση του λάθους  από την πλευρά των μεγαλυτέρων.

Ένας γονιός, κατά τους ειδικούς, θα πρέπει να ζητήσει συγγνώμη από το παιδί του, να εξηγήσει ότι ήταν πολύ φορτισμένος και ότι δεν εννοούσε  πραγματικά αυτό που είπε. Θα πρέπει να εξηγήσει ότι αγαπά το παιδί του  και εκτιμά κάθε του προσπάθεια και να προσπαθήσει να ανατρέψει αυτό που  είπε νωρίτερα. Καλό θα ήταν, μάλιστα, να έχει πάντα στο νου ότι λάθη  γίνονται, όμως μπορούν να διορθωθούν, αρκεί να βρίσκεται σε εγρήγορση  και να τα αντιλαμβάνεται τη στιγμή που συμβαίνουν.

“Συνταγές δεν υπάρχουν” σημειώνει η κ. Αμανατίδου, υπογραμμίζοντας τη διαφορετικότητα κάθε παιδιού και τον διαφορετικό τρόπο με τον οποίο θα  μπορούσε να αντιδράσει σε μια ενδεχόμενη “συνταγή”.

Παρ' όλα αυτά, τονίζει ότι είναι πολύ χρήσιμη η γνώση των σταδίων της συναισθηματικής ανάπτυξης των παιδιών, ώστε ο καθένας να μπορεί να  χρησιμοποιεί τις αντίστοιχες συμβουλές σε κάθε περίπτωση. Σε αυτό το  σημείο αναγνωρίζει ότι οι νέες γενιές γονέων επιδεικνύουν καλύτερες  συμπεριφορές λόγω της μεγαλύτερης πληροφόρησης που υπάρχει πλέον για  θέματα ψυχολογίας των παιδιών και συνιστά στους ενδιαφερόμενους να μην  απογοητεύονται αν θεωρούν ότι έχουν κάνει κάποιο ατόπημα, είτε σε κάποιο συγκεκριμένο στάδιο ανάπτυξης του παιδιού τους είτε γενικότερα.

“Δεν χάνεται το τρένο. Μπορούν να υπάρξουν διορθωτικές κινήσεις.  'Αλλωστε σε μια οικογένεια μπορεί να υπάρξει ένα λάθος από τον έναν γονιό και η αντιστάθμιση του λάθους από τον άλλο γονιό. Δεν είναι  καταστροφικές οι συνέπειες για τα παιδιά καθώς καθοριστική είναι και η  επίδραση του δασκάλου στο σχολείο που μπορεί να εξισορροπήσει τα  πράγματα. Αρκεί, πάντα, οι γονείς να διαθέτουν 'ευήκοα ώτα' και να είναι ανοιχτοί στην πληροφόρηση και την δυνατότητα τροποποίησης της  συμπεριφοράς τους για το καλό των παιδιών τους” λέει.

Ως επίλογο επιλέγει τη ρήση του Πάολο Κοέλιο ότι “οι γονείς έχουν  ρόλο να διδάξουν τα παιδιά τους και εκείνα να διδάξουν στους γονείς να  είναι πάντα απασχολημένοι με κάτι, να είναι ευτυχισμένοι χωρίς ιδιαίτερο λόγο και να απαιτούν με όλη τους τη δύναμη αυτό που θέλουν”.