Μικρές καθημερινές υστερίες

Δημοσιεύθηκε στις | Τελευταία Ενημέρωση

Μικρές καθημερινές υστερίες

Η φωτεινή πλευρά της ζωής


Βγήκε έξω τρέχοντας. Της ήταν αδύνατον να αναπνεύσει. Είπε «γεια, χάρηκα πολύ, θα σε πάρω άμεσα τηλέφωνο», έκλεισε την –ο Θεός να την κάνει- εξώπορτα και σήκωσε το κεφάλι της ψηλά ανοιγοκλείνοντας τα ρουθούνια της σαν γουρουνίτσα, αναζητώντας λίγο οξυγόνο. Μια ώρα τώρα προσπαθούσε να κρατήσει τα δάκρυά της και αυτό την έκανε να μην μπορεί να πάρει ανάσα. Μια ώρα τώρα, όσο της μιλούσε η Φωτεινή, την κοίταζε με μάτια σταθερά, ανέκφραστα, συγκαταβατικά, χωρίς ίχνος συναισθήματος. Προσπαθούσε δηλαδή. Πετυχημένα, προφανώς, μιας και η Φωτεινή δεν κατάλαβε τίποτα. Η ίδια όμως ένιωθε λες και ήταν σφηνωμένη σε ένα μικρό δωμάτιο όλο υγρασία, υποχρεωμένη να παρακολουθεί κάτι που δεν άντεχε. Κάτι με πολύ πόνο και δυσκολία.

Μπήκε στο αυτοκίνητο και «αφέθηκε» σε ένα μικρό, σχεδόν στεγνό κλάμα, απόλυτα όμως ανακουφιστικό. Είπε μέσα της, «ευχαριστώ, Θεέ μου» σχεδόν 10 φορές, και ξεκίνησε για το σπίτι. Τα ρούχα της μύριζαν μελαγχολία και αυτή τη μυρωδιά του σπιτιού που έχει όχι μόνο καιρό να καθαριστεί αλλά και να ακούσει γέλια. Η εικόνα του μικρού Κωνσταντίνου, που του έτρεχε η μύτη -από συνάχι; δεν ήταν πολύ σίγουρη- μέσα στο ημιχαλασμένο παρκοκρέβατο, αλλά με το χαμόγελο μέχρι τα αφτιά για το καινούριο του παιχνίδι, ήταν σίγουρη θα της έκανε παρέα για καιρό. Από την άλλη η Φωτεινή, να της εξιστορεί τη ζωή της, με μικρές στιγμές απόγνωσης ποτισμένες όμως με αξιοπρέπεια. Απίστευτη ιστορία. Ο καταπληκτικός άντρας, οι υπέροχοι γονείς, η φοβερή της τύχη, οι άπειρες δουλειές, εκατομμύρια λεφτά, όλα τα υπέροχα του κόσμου. Ψέματα. Βάλτε ακριβώς τα αντίθετα: Μια ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη, ο τύπος που το βάζει στα πόδια, η μάνα να τη διώχνει από το σπίτι, ο πατέρας της επίσης γιατί ο δικός του πατέρας δεν δέχεται να ζει σπίτι του ένα εξώγαμο, η ανεργία, η μοναξιά, το σπίτι ρημάδι, η μηδενική αυτοπεποίθηση, η έλλειψη των βασικών. Των βασικών όχι των περιττών. Αν και δεν έχει τόση σημασία η ιστορία της για την ιστορία, αλλά αυτό που της έδωσε πίσω σαν –πώς το λέγανε στο δημοτικό;- σαν ηθικό δίδαγμα.

Μπήκε σπίτι της αναστατωμένη και φανερά φορτισμένη. Πήρε αγκαλιά το γιο της και μέσα από κει του έλεγε και του ξανάλεγε: «Να μην ξεχνάς ποτέ πόσο τυχερός είσαι, πόσο τυχερός.» Και μετά άρχισε να το λέει αυτό σε όλους τους φίλους, φίλες, συγγενείς, συναδέλφους, στον περιπτερά και στον μπακάλη της. «Πόσο τυχεροί είμαστε που έχουμε μια καλή υγεία, λεφτά λίγα (το λίγα όπως το ορίζει ο καθένας) και μια αγκαλιά το βράδυ που γυρνάμε σπίτι.»

Πιστεύει ότι το ξεχνάμε συχνά αυτό, και τώρα ιδίως, αυτές τις μέρες της κρίσης, ίσως και το τονίζει –ίσως- μεγαλοποιούνται πράγματα που δεν είναι δα και τόσο σπουδαία. Απλώς συνηθίζουμε να παίρνουμε δεδομένα πράγματα, που καλό είναι πότε πότε να τα αναγνωρίζουμε και να τα εκτιμούμε στα αλήθεια.

H ίδια ιεραρχεί ή έστω προσπαθεί να ιεραρχήσει αλλιώς τη ζωή της. Και αυτό της το έδωσε η Φωτεινή σαν μάθημα. Η υγεία, η οικογένεια, η ισορροπία, η αγάπη, η γνώση, τα ταξίδια, το γέλιο, η συμφιλίωση, με αυτά που τη βαραίνουν, η ελαφρότητα στη σοβαρότητα και μετά όλα όσα εξαγοράζονται με λεφτά. Και αυτό δεν σημαίνει πως τα λεφτά δεν φέρνουν καλά. Φυσικά και φέρνουν, με μια διαφορά: Δεν δίνουν αυτά αυτούσια την ευτυχία, τη χαρά, τη γαλήνη, ο καθένας ονομάζει αλλιώς αυτή τη νοητική και ψυχολογική κατάσταση που σε κάνει να νιώθεις όμορφα όταν κοιτάς τον ουρανό τη μέρα και όταν πέφτεις για ύπνο το βράδυ. Αυτό δεν εξαγοράζεται με λεφτά. Απαιτεί άλλα πράγματα. Και αυτά τα άλλα τα κρύβει ο καθένας μέσα του αφού τα καλλιεργήσει.

Η Φωτεινή ζούσε, μέχρι που γνωρίστηκαν, με 70 ευρώ το μήνα. 70! Τώρα, χάρη στην καλοσύνη ανθρώπων, ξένων ακόμα και σε αυτή, ξένων ακόμα και στη Φωτεινή ζει με πολύ περισσότερα, αλλά όχι πολλά. Μα πια η Φωτεινή είναι πιο χαμογελαστή, το σπίτι της πιο καθαρό, η αισιοδοξία κάπως πιο κοντά της.

Η μεταστροφή της Φωτεινής την έκανε να νιώθει ευγνωμοσύνη για αυτά που έχει και όχι για αυτά που έχασε. Ή θα χάσει. Την έκανε να μαλακώσει λίγο τις απαιτήσεις της και τις ανάγκες της που καλύπτονται από χρηματική εξαγορά.

Δεν είναι ότι δεν της αρέσουν τα ακριβά αυτοκίνητα πια. Είναι ότι δεν την πειράζει να ΜΗΝ αποκτήσει ένα. Θα κάνει κάτι άλλο. Προτιμάει σε αντίθεση, να αποκτήσει φίλους, μέχρι πριν από λίγο ξένους για αυτήν, που την μαθαίνουν τι σημαίνει η γενναιοδωρία ή η αυτάρκεια. Αυτά τη γεμίζουν με μη εξαργυρώσιμες επιταγές ανθρωπιάς και ομορφιάς.

Μπορεί όλα αυτά να μην τα έβλεπε πριν από χρόνια. Μπορεί να μην τα υπολόγιζε έτσι. Ίσως το ότι μεγαλώνει, το γεγονός ότι έχει πια οικογένεια, ή οι διαφορετικές και όχι τόσο ιδανικές συνθήκες όλων εκεί έξω, να την κάνουν να δίνει σημασία σε άλλα στιγμιότυπα της ζωής.

Ίσως και τίποτα από όλα αυτά. Δεν χρειάζονται όλα μια επίφαση επεξήγησης. Μπορεί απλώς να συμβαίνουν.

Μάλλον. Και αυτό, θεωρεί, πως δεν είναι κακό. Όλα τα πράγματα έχουν το χρόνο τους να γίνουν. Το θέμα είναι όταν ωριμάσουν, όταν το μήλο είναι έτοιμο να πέσει από τη μηλιά, κόκκινο κόκκινο και ζουμερό, να είσαι εκεί για να το πιάσεις. Αν θέλεις. Αν δεν θέλεις να δεχτείς το χρόνο και τα δώρα του, μπορείς απλώς να περάσεις στο επόμενο δέντρο.