Μια φλεγμονή μπορεί να προκαλέσει προβλήματα γονιμότητας;

Δημοσιεύθηκε στις | Τελευταία Ενημέρωση

Προσοχή στις φλεγμονές. Απαραίτητη η αντιμετώπιση τους

Ο Γυναικολόγος που είναι εξειδικευμένος σε θέματα γονιμότητας όταν ολοκληρώσει τον απαραίτητο έλεγχο του ζευγαριού, θα διαγνώσει το αίτιο της υπογονιμότητας και θα προτείνει την ενδεδειγμένη λύση.


Στις περιπτώσεις εκείνες στις οποίες το αίτιο είναι μία φλεγμονή που είναι ακόμα στην οξεία φάση τότε η κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή με αντιβιοτικά φάρμακα και αντιφλεγμονώδη θα δώσει την λύση. Η πυελική φλεγμονή και η εξαρτηματίτιδα (φλεγμονή στις σάλπιγγες) είναι συχνά αίτια υπογονιμότητας που όταν αντιμετωπιστούν έγκαιρα και με την κατάλληλη θεραπεία μπορούν να δώσουν την λύση. Όταν όμως μεταπέσουν στην φάση της χρονιότητας μειώνεται σημαντικά η θεραπευτική δράση της φαρμακευτικής αγωγής.

Η ενδομητρίωση είναι μία νόσος που μπορεί να αντιμετωπιστεί με φαρμακευτική αγωγή σε αρχικό στάδιο αν ο Γυναικολόγος το επιλέξει.

Στις περιπτώσεις που δεν έχει διευκρινιστεί το αίτιο της υπογονιμότητας, η λήψη βιταμινών και συμπληρωμάτων διατροφής (σίδηρος, μαγνήσιο, ψευδάργυρος, βιταμίνη Β και Ε) έχει αποδειχθεί μέσα από μελέτες ότι συμβάλλουν σημαντικά την αύξηση των πιθανοτήτων μιας αυτόματης σύλληψης.

Όταν δεν επιτυγχάνεται αυτόματη σύλληψη σε φυσικό κύκλο λόγω ανωορρηκτικών κύκλων όπως συμβαίνει π.χ. στο σύνδρομο των πολυκυστικών ωοθηκών, ο Γυναικολόγος μπορεί να χορηγήσει στην γυναίκα ειδική φαρμακευτική αγωγή, η οποία σαν στόχο έχει να διεγείρει τις ωοθήκες με στόχο να παράγουν περισσότερα του ενός ωάρια κατά την φάση της ωορρηξίας. Τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται είναι η κιτρική κλομιφαίνη, οι γοναδοτροπίνες FSH, LH ή κάποιος συνδυασμός τους που θα επιλεγεί από τον Γυναικολόγο ανάλογα με το ιστορικό της γυναίκας, τα αποτελέσματα του ορμονολογικού ελέγχου και της ανταπόκρισής της σε προηγούμενη θεραπεία διέγερσης ωοθηκών.

Η γυναίκα παρακολουθείται συστηματικά με τη διενέργεια έγχρωμων διακολπικών υπερήχων και συνοδού εργαστηριακού ελέγχου για να ελέγχεται η ανταπόκρισή της στην θεραπεία και σε συνεργασία με τον Γυναικολόγο θα επιλέξουν την επιθυμητή προσπάθεια σύλληψης (ελεύθερη σεξουαλική επαφή, σπερματέγχυση, εξωσωματική γονιμοποίηση).

Αν η γυναίκα δεν ανταποκρίνεται σύμφωνα με τις προσδοκίες του Γυναικολόγου, η φαρμακευτική αγωγή μπορεί να τροποποιηθεί κατά την διάρκεια της θεραπείας προκειμένου να επιτευχθεί το καλύτερο δυνατόν θεραπευτικό αποτέλεσμα.

Υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες το αίτιο της υπογονιμότητας πρέπει να αντιμετωπιστεί χειρουργικά. Ο Γυναικολόγος θα προτείνει στην γυναίκα την ενδεικνυόμενη μέθοδο ανάλογα με την πάθησή της.

Με την χρήση του ρεσεκτοσκοπίου κατά την διάρκεια της υστεροσκόπησης μπορούν να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά πολύποδες ενδομητρίου και τραχήλου της μήτρας, το διάφραγμα και οι συμφύσεις της ενδομητρικής κοιλότητας.

Με την μέθοδο της λαπαροσκοπικής χειρουργικής μπορεί να γίνει αποφλοίωση κύστης ωοθήκης, αφαίρεση ινομυωμάτων, λύσης συμφύσεων πυελικής κοιλότητας, καυτηρίαση εστιών ενδομητρίωσης κ.α.

Παράλληλα με την έγχυση κυανούν του μεθυλενίου (ειδικής χρωστικής) διαμέσου του τραχήλου της μήτρας μπορεί όχι μόνο να ελεγχθεί η βατότητα των σαλπίγγων αλλά για να επιχειρηθεί η απόφραξή τους με την άσκηση μηχανικής πίεσης.

Αν μετά την εφαρμογή των χειρουργικών τεχνικών (όπου αυτό κριθεί απαραίτητο) το ζευγάρι συνεχίζει να αντιμετωπίζει προβλήματα γονιμότητας και δεν είναι εφικτή η σύλληψη με την ελεύθερη σεξουαλική επαφή τότε ο Γυναικολόγος θα αποφασίσει μαζί με το ζευγάρι αν πρέπει να προχωρήσουν σε σπερματέγχυση ή εξωσωματική γονιμοποίηση.

Στην διαδικασία της σπερματέγχυσης η σύζυγος –κατά κανόνα- λαμβάνει ειδική φαρμακευτική αγωγή προκειμένου να παράγει περισσότερα του ενός ωάρια. Όταν η στιγμή είναι η κατάλληλη, ο σύζυγος δίνει σπέρμα στο Κέντρο εξωσωματικής το οποίο και υποβάλλεται σε ειδική επεξεργασία βελτίωσης των χαρακτηριστικών του. Στην συνέχεια το επεξεργασμένο σπέρμα εισάγεται στην ενδομητρική κοιλότητα με ειδικό καθετήρα διαμέσου του τραχήλου της μήτρας. Η γυναίκα δεν χρειάζεται να λάβει νάρκωση κατά την διάρκεια της σπερματέγχυσης και μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας επιστρέφει κανονικά στις δραστηριότητές της. Αν ο Γυναικολόγος το επιλέξει στον ίδιο κύκλο γίνονται δύο σπερματεγχύσεις, μία πριν την ωορρηξία και μία μετά, αυξάνοντας τις πιθανότητες επιτυχίας.

Αν η σπερματέγχυση δεν ενδείκνυται π.χ. στην περίπτωση των αποφραγμένων σαλπίγγων τότε το επόμενο βήμα είναι η επιλογή της μεθόδου της εξωσωματικής γονιμοποίησης.

Πριν την φάση της ωορρηξίας ο Γυναικολόγος καλεί την γυναίκα στο Κέντρο για την επεμβατική διαδικασία της ωοληψίας. Η γυναίκα λαμβάνει μία ήπια μέθη και ο Γυναικολόγος υπό υπερηχογραφικό έλεγχο συλλέγει διακολπικά τα ωάρια από τα ώριμα ωοθυλάκια.

Τα ωάρια γονιμοποιούνται από το σπέρμα του συζύγου στο εργαστήριο, παρακολουθείται η ανάπτυξή τους και στην συνέχεια τα καλύτερης ποιότητας έμβρυα επιλέγονται και μεταφέρονται στην γυναίκα ενώ για τα υπόλοιπα έμβρυα υπάρχει η δυνατότητα της κρυοσυντήρησής τους και της χρήσης τους σε δεύτερο χρόνο.

Κατά την διαδικασία της εμβρυομεταφοράς η γυναίκα δεν λαμβάνει νάρκωση αλλά μπορεί και η ίδια να παρακολουθεί την διαδικασία στον υπέρηχο. Τόσο στην διαδικασία της ωοληψίας όσο και της εμβρυομεταφοράς η γυναίκα επιστρέφει αυθημερόν στο σπίτι της και από την επόμενη ημέρα μπορεί να ακολουθήσει απρόσκοπτα το πρόγραμμα των δραστηριοτήτων της.

Στην περίπτωση της εξωσωματικής γονιμοποίησης υπάρχει ακόμα μία επιλογή. Αυτή της δωρεάς ωαρίων. Μία γυναίκα δηλαδή που δεν παράγει ωάρια ή είναι κακής ποιότητας μπορεί να επιλέξει να λάβει τα ωάρια μίας ανώνυμης δωρήτριας, η οποία είναι νέα και υγιής αυξάνοντας έτσι τις πιθανότητες επιτυχίας της προσπάθειάς της. Αν υπάρχει πρόβλημα με την ποιότητα του σπέρματος του συζύγου, μπορεί να επιλεγεί η δωρεά σπέρματος από ανώνυμο δότη.

Αν η γυναίκα που επιθυμεί να αποκτήσει παιδί δεν μπορεί να κυοφορήσει, ο νόμος έχει προβλέψει την παρένθετη μητρότητα. Στην περίπτωση αυτή το ζευγάρι (αφού έχει ακολουθηθεί η νόμιμη διαδικασία) μπορεί να επιλέξει να γίνει η εμβρυομεταφορά σε μία τρίτη γυναίκα, που θα κυοφορήσει αντί για την σύζυγο και μετά τον τοκετό το παιδί παραδίδεται στους βιολογικούς του γονείς.

Ένας Γυναικολόγος εξειδικευμένος σε θέματα γονιμότητας είναι ο μόνος Ιατρός που μπορεί να καθοδηγήσει σωστά και υπεύθυνα ένα ζευγάρι στην αύξηση των μελών της οικογένειάς του.

Ζευγάρια που επιθυμούν να τεκνοποιήσουν καλό θα είναι να απευθύνονται άμεσα στον εξειδικευμένο Γυναικολόγο, ο οποίος μετά τον απαραίτητο έλεγχο θα προσδιορίσει την κατάλληλη θεραπευτική μέθοδο αντιμετώπισης του αιτίου της υπογονιμότητας αλλά και την ενδεδειγμένη για αυτούς πρόταση επίτευξης εγκυμοσύνης.

Πηγή: ygeianews.gr