Ένα στα πέντε παιδιά πάσχει από αϋπνία

Δημοσιεύθηκε στις | Τελευταία Ενημέρωση

Ένα στα πέντε παιδιά πάσχει από αϋπνίαΤο παιδί που πάσχει από αϋπνία μπορεί να δυσκολεύεται να το πάρει ο ύπνος, να κοιμάται λίγες ώρες συνολικά κάθε βράδυ, να ξυπνά κατά τη διάρκεια της νύχτας, να νιώθει ταραγμένο και να δυσκολεύεται να το ξαναπάρει ο ύπνος, να ξυπνά νωρίτερα απ’ ό,τι συνήθως και να νιώθει κουρασμένο και άκεφο όταν σηκώνεται το πρωί.
Τα παραπάνω συμπτώματα πρέπει να διαρκούν τουλάχιστον 2 εβδομάδες για να θεωρηθεί πιθανή η αϋπνία, η οποία είναι μία διαταραχή του ύπνου που αντιμετωπίζει ένα στα πέντε παιδιά σήμερα.
Οταν ο ύπνος του παιδιού διαταράσσεται σημαντικά με το πέρασμα του χρόνου, τότε εκείνο μπορεί να εμφανίσει κόπωση, στενοχώρια, ασταθή διάθεση, ευερεθιστότητα, ψυχοκινητική ανησυχία, απώλεια συγκέντρωσης και μνήμης, μείωση της σχολικής επίδοσης και χαμηλή αυτοπεποίθηση.
Ωστόσο, τις περισσότερες φορές πρόκειται για μια παροδική κατάσταση, η οποία σταματά από μόνη της όσο το παιδί μεγαλώνει.
Πού οφείλεται η αϋπνία στα παιδιά;
Πρόκειται συχνά για ένα σύμπτωμα μεταμφιεσμένης κατάθλιψης ή ενός βαθύτερου ανεπεξέργαστου άγχους. Σύμφωνα με έρευνα στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό «Sleep», το 75% των παιδιών που έχουν διαγνωσθεί με μείζονα κατάθλιψη αντιμετωπίζει και προβλήματα αϋπνίας.
Παρουσιάζεται συχνότερα στα παιδιά που πάσχουν από διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας ή από αγχώδεις διαταραχές.
Οι πρώιμοι παιδικοί φόβοι, όπως π.χ. ο φόβος για το σκοτάδι, μπορούν επίσης να υποδαυλίσουν στον παιδικό ψυχισμό έντονο άγχος, ταχυκαρδία, κλάμα, προσπάθειες αποφυγής του, έντονους εφιάλτες, νυχτερινούς τρόμους, νυχτερινή ενούρηση και προσκόλληση στον γονιό για κατευνασμό του φόβου και διαβεβαίωση.
Η ιδιοσυγκρασία του παιδιού, τα βιώματά του, οι στάσεις και οι φόβοι των ίδιων των γονιών, το αρμονικό ή δυσμενές, δοτικό ή στερητικό περιβάλλον μέσα στο οποίο το παιδί μεγαλώνει, σχηματοποιούν τη σχέση του παιδιού με τον ύπνο αλλά και τις αναγκαίες άμυνες για την υπέρβασή του.
Πρώτα θα πρέπει ο γονιός να μιλήσει με το ίδιο το παιδί, αλλά και με τον δάσκαλο προκειμένου να εκμαιεύσει και να κατανοήσει τις ρίζες του συμπτώματος. Ο διάλογος με το παιδί μπορεί να είναι από μόνος του θεραπευτικός.
Η επίσκεψη σε ειδικό προτείνεται όταν η αϋπνία είναι παρατεταμένη και δημιουργεί δευτερογενείς επιπτώσεις στην ποιότητα της ζωής του παιδιού.
ΠΗΓΗ: tanea.gr